Αλληλεγγύη στους εξεγερμένους μετανάστες της Αμυγδαλέζας

το κείμενο σε μορφή pdf

Στις 10 Αυγούστου του 2013, στο μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης μεταναστών στην Αμυγδαλέζα Αττικής, ζώντας σε καθεστώς αιχμαλωσίας μέσα σε σιδερένια κοντέινερ – κελιά, μέσα σε μία κατάσταση πλήρους εξευτελισμού της προσωπικότητας τους, οι κρατούμενοι μετανάστες εξεγείρονται ενάντια στην καθημερινότητα που τους έχει επιβληθεί. Στο σκηνικό της απόλυτης καλοκαιρινής ησυχίας, με τα κοντέινερ να βράζουν από τη ζέστη κι έχοντας δεχτεί πολλάκις τη σωματική και ψυχική καταρράκωση, οι εξορισμένοι από το κοινωνικό πεδίο εξεγερμένοι μετανάστες, πυρπολούν τα κοντέινερ, επιτίθενται στους φύλακές τους, προκαλούν φθορές στις συρμάτινες περιφράξεις και τις υπόλοιπες υλικές υποδομές ενώ επίσης δέκα μετανάστες καταφέρνουν να αποδράσουν. Και, ενώ στα μάτια μας μια τέτοια στιγμή άρνησης και επίθεσης στην καθημερινή βαρβαρότητα του εγκλεισμού φαντάζει απόλυτα δίκαιη και θεμιτή, έρχεται να απαντήσει η καταστολή. Ανθρωποφύλακες μαζί με τη συμβολή των μπάτσων και διαφόρων φασιστοειδών – δήθεν “αγανακτισμένων κατοίκων” της περιοχής, παίρνουν τον έλεγχο της κατάστασης και καταστέλλουν την εξέγερση με χημικά, εκδικητικούς μανιασμένους ξυλοδαρμούς και κυνηγητό. Αποτέλεσμα η σύλληψη 65 μεταναστών, κατά τη διάρκεια και μετά την εξέγερση, οι οποίοι μετά από δύο μέρες απομόνωσης και ξυλοδαρμών σε Α.Τ. μεταφέρονται στα δικαστήρια και τους αποδίδονται κακουργηματικού τύπου κατηγορίες: στάση με επιχείρηση βίαιης απόδρασης, επίθεση κατά προσώπων στα οποία έχει ανατεθεί η φύλαξη, απόδραση τετελεσμένη και σε απόπειρα, επικίνδυνη απρόκλητη σωματική βλάβη, εμπρησμό από κοινού, απρόκλητη φθορά ξένης ιδιοκτησίας, εξύβριση. Μερικοί από τους μετανάστες μέσα στο επόμενο διάστημα μεταφέρονται είτε πίσω στην Αμυγδαλέζα είτε σε κάποιο άλλο στρατόπεδο συγκέντρωσης ενώ οι υπόλοιποι διασκορπίζονται σε διάφορες φυλακές της χώρας, όπου κρατούνται μέχρι και σήμερα. Τη Δευτέρα 3 Νοέμβρη του 2014 έχει οριστεί η έναρξη της δίκης τους.

Τα κέντρα κράτησης μεταναστών δεν δημιουργήθηκαν πρώτη φορά τώρα. Ως τέτοια το προηγούμενο διάστημα λειτούργησαν ακόμη και τα κρατητήρια των Α.Τ., ενώ η ρητορική της δημιουργίας ανοιχτού τύπου κέντρων, που ηχούσε έντονα ακόμη και από κομμάτια της αριστεράς, προσέδιδε μια χροιά πιο ανθρωπιστική στη στυγνή πραγματικότητα, που δεν είναι άλλη από τον φρικτό εγκλεισμό της δημοκρατίας. Η Ελλάδα ως μέλος της Ε.Ε ακολουθεί την πολιτική που εκείνη ορίζει και καθώς υπάρχει κοινή στρατηγική διαχείρισης των μεταναστών στα πρότυπα των ‘’ανεπτυγμένων’’ δυτικών χωρών, δημιουργεί κέντρα εγκλεισμού που πλέον στεγάζονται ακόμη και σε πρώην στρατόπεδα. Παράλληλα η άνοδος της Χ.Α. σε άρτιο συνδυασμό με τα αιτήματα των εκφασισμένων κομματιών της κοινωνίας για άμεσες λύσεις αναφορικά με το μεταναστευτικό, οδηγούν τους κρατούντες στη διευθέτηση του ζητήματος. Λειτουργεί δηλαδή το κράτος για ακόμη μια φορά ως εγγυητής του νόμου και της τάξης, ανταποκρινόμενο στις πιέσεις που του ασκούνται και χρησιμοποιώντας βέβαια το ζήτημα υπέρ του, προκειμένου να καλλιεργήσει στις πλάτες των μεταναστών το ρατσισμό και την ξενοφοβία που εν τέλει θα λειτουργήσουν ως δικλείδα ασφαλείας για εκείνο και το κεφάλαιο στη εθνική ενότητα που πασχίζουν να διατηρηθεί. Και η ενότητα αυτή δεν στοχεύει παρά στην υποτιθέμενη εθνική σωτηρία που θα πραγματωθεί εις βάρος των εκμεταλλευόμενων, των εξαθλιωμένων και των πειθήνιων θυμάτων της μισθωτής σκλαβιάς. Στόχος εν τέλει κράτους και κεφαλαίου δεν είναι η απουσία των μεταναστών από τον ελλαδικό χώρο αλλά να τους καταστήσει αόρατους. Η παρουσία τους αποτελεί ταυτόχρονη ύπαρξη εργατικού δυναμικού με πενιχρές απολαβές σε συνθήκες άθλιες. Και ενώ σημαντικό κομμάτι του συνόλου των μεταναστών βρίσκεται σε κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης ανά την Ελλάδα, ορισμένοι απ΄ τους έξω βιώνουν την απόλυτη υποτίμηση της εργασίας και της ζωής τους.

Αν μπορεί να χαρακτηριστεί κάπως η πραγματικότητα, την οποία βιώνουν οι μετανάστες μέσα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, είναι το λιγότερο ως η πιο βίαιη μορφή του σύγχρονου ολοκληρωτισμού. Κρατούνται σε ελεεινές συνθήκες φυλάκισης και υγιεινής, στοιβαγμένοι ανά 20 το λιγότερο άτομα σε κοντέινερ των 10-20 τ.μ., χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, βιώνοντας πείνα, εκτεθειμένοι στις καιρικές συνθήκες και αντιμέτωποι με τις σαδιστικές διαθέσεις των δεσμοφυλάκων. Η καθημερινότητά τους εμπεριέχει βασανιστήρια, απομονώσεις, εξευτελισμούς, αυτοκτονίες – δολοφονίες συγκρατουμένων τους και εξώθηση στα όρια της απόγνωσης και της απελπισίας. Εκτός των άλλων, η αγωνία τους για τη διάρκεια παραμονής τους σε αυτό το καθεστώς αυξάνεται καθότι επεκτείνεται συνεχώς η υποτιθέμενη προσωρινή τους κράτηση, η οποία πλέον έχει γίνει αορίστου χρόνου. Ο εγκλεισμός τους αυτός γίνεται με την αιτιολογία της στέρησης νομιμοποιητικών εγγράφων εγκληματοποιώντας ουσιαστικά την ίδια την ύπαρξή τους.

Μετανάστης. Μια λέξη ιδιαίτερα φορτισμένη που νοηματοδοτείται διαφορετικά ανάλογα με το υποκείμενο το οποίο την εξετάζει. Ως αναρχικοί τους αντιλαμβανόμαστε σαν άτομα που λόγω συνθηκών επέλεξαν την μετακίνηση για την αναζήτηση επιβίωσης. Πρόσφυγες, δηλαδή φιγούρες προερχόμενες από μια συνθήκη πολέμου που αιτούνται ασύλου, και οικονομικοί μετανάστες, που η επέλαση του καπιταλισμού στις χώρες προέλευσης τούς οδήγησε στη φτώχεια και στην ανέχεια, είναι μόνο κάποιες από τις περιπτώσεις ανθρώπων που ωθούνται στη μετανάστευση. Οι μετανάστες δεν αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο προερχόμενο από τις ίδιες καταστάσεις και κουβαλώντας τα ίδια βιώματα. Πρόκειται για ατομικότητες με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ο καθένας, διαφορετική κουλτούρα και αντιλήψεις για τον κόσμο. Ωστόσο αντιμετωπίζονται ως ‘’περιθωριακή’’ κοινότητα και η ταυτότητα του μετανάστη – ‘’ξένου’’ αποτελεί την βασικότερη ίσως που τους προσδιορίζει στα μάτια της κοινωνίας στην οποία πασχίζουν να επιβιώσουν. Και πασχίζουν γιατί καθημερινά ακροβατούν μεταξύ της εκμετάλλευσης της εργατικής τους δύναμης, της ρατσιστικής βίας εναντίον τους και του φόβου της φυλάκισης. Αν θέλαμε να προσδώσουμε ένα συγκεκριμένο χαρακτηρισμό στο σύνολο των ατόμων αυτών για τους οποίους γίνεται λόγος, τίποτα δεν θα μπορούσε να τους περιγράψει ακριβέστερα παρά το γεγονός ότι βρίσκονται κάτω από ένα καθεστώς εκμετάλλευσης. Αποτελούν δηλαδή μια κοινότητα εκμεταλλευόμενων που κοινός παρονομαστής τους δεν είναι ούτε η χώρα προέλευσης τους ούτε η κοινή αντίληψη για τη ζωή αλλά η ίδια η εκμετάλλευση. Την βιώνουν πολύπλευρα και ποικίλει ανά συνθήκη. Το κράτος αντλεί υπεραξία από εκείνους χτίζοντας ρητορική μίσους στο όνομά τους προκειμένου να ενδυναμώσει το εθνικό του πρόσωπο. Οι σύγχρονοι ναζί στηρίζουν επάνω τους, αν όχι ολόκληρη τη θεώρηση τους για τον κόσμο, μεγάλο κομμάτι της, θεωρητικά αλλά και έμπρακτα μέσω δολοφονικών επιθέσεων. Η εκφασισμένη αλλά και η τείνουσα προς εκείνη την κατεύθυνση κοινωνία εκδηλώνει τα κανιβαλικά και εχθρικά της ένστικτα εις βάρος τους, ενώ τα αφεντικά τούς χρησιμοποιούν ως σκλάβους της εποχής, αποκομίζοντας κέρδος. Η εκμετάλλευση λοιπόν παίρνει σάρκα και οστά στα πρόσωπα εκείνων που αψήφησαν τα σύνορα βρισκόμενοι αντιμέτωποι με την καπιταλιστική πραγματικότητα και τη βαρβαρότητα.

Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την ακραία επίθεση κράτους και κεφαλαίου στις ζωές μας. Στην προσπάθεια τους για διάσωση του οικοδομήματος της εκμετάλλευσης επιστρατεύονται όλα τα μέσα προκειμένου να μην διαρρηχθεί η παντοδυναμία του. Βιώνουμε μια περίοδο αντιεξέγερσης που οι φωνές της έμπρακτης αντίστασης καταστέλλονται βίαια και εν τέλει απειλούνται με φυλάκιση, η οποία δεν είναι λίγες οι φορές που πραγματώνεται. Πέρα από εκείνους που συνειδητά αποτελούν απειλή για την κυριαρχία, υπάρχουν και σύνολα της κοινωνίας που δεν συμβαδίζουν με τις νόρμες. Δεν ακολουθούν την κανονικότητα που ο καπιταλισμός ορίζει, και περισσεύουν. Εκδιδόμενες, τοξικοεξαρτημένοι, ρομά, μικροπαραβατικοί, άτομα με ‘’αμφιλεγόμενη’’ -σύμφωνα με τα προαποφασισμένα ως ορθά πρότυπα- έκφραση σεξουαλικότητας, που δέχονται απλόχερα το ρατσισμό, μετανάστες, όλοι κομμάτια ενός παζλ αντιθέσεων και αντιφάσεων που αποδεικνύει καθημερινά πως η εικόνα της ευυπόληπτης κοινωνίας που πασχίζουν οι εκφραστές του καπιταλισμού να αποδείξουν ως αληθινή, δεν είναι παρά προσωπείο. Οι μετανάστες ως περισσεύοντες, εξοστρακίζονται με τη σειρά τους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Απομονώνονται και έτσι μεταξύ άλλων μειώνεται και ο κίνδυνος, για τους κρατούντες, σύνδεσης των κομματιών εκείνων που είτε επέλεξαν να βρεθούν απέναντι στο υπάρχον πολεμώντας το είτε βρέθηκαν σε μια συνθήκη εκμεταλλευόμενου και εξαθλιωμένου. Επιδιώκεται δηλαδή η μη σύνδεση των ταξικά αλλά και συνειδησιακά συγγενών κομματιών μέσω διαχωρισμού των δυνάμει εξεγερμένων λόγω θέσης και των συνειδητά πολέμιων του υπάρχοντος. Μια τέτοια σύνδεση σε ένα βαθμό συνέβη κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του Δεκέμβρη του ’08 η οποία αποτέλεσε μεταξύ άλλων πεδίο συνεύρεσης ετερόκλητων ατόμων (μέσα σε αυτά και αρκετοί μετανάστες) που η ανάγκη της αντίστασης τούς ένωσε τοποθετώντας τους στον ίδιο προμαχώνα. Η εξεγερτική φύση ενός ατόμου που εκδηλώνεται μέσω μιας συνθήκης γενικευμένων αναταραχών δεν μπορεί παρά να αποτελεί μια ακόμη απειλή για τους δυνάστες. Και πώς την περιορίζεις; Στοιβάζοντας τους εκφραστές της σε κελιά, καθιστώντας τους αόρατους, και πάνω από όλα αδύναμους και σιωπηλούς.

Ως αναρχικοί – αντιεξουσιαστές, η αλληλεγγύη στους μετανάστες δεν γίνεται για να αφυπνίσουμε το αίσθημα της φιλανθρωπίας και της ευσπλαχνίας. Δεν μπορούμε παρά να είμαστε δίπλα τους, όχι επειδή τους αντιλαμβανόμαστε ως θύματα αλλά επειδή αναγνωρίζουμε την θέση μας σ’ αυτόν τον κόσμο από την πλευρά των εκμεταλλευόμενων και θεωρούμε τους αγώνες τους και δικούς μας. Στόχος μας είναι να αναπτυχθούν εξεγερσιακές λογικές και δράσεις, μορφές αντίστασης και πάλης ενάντια στις επιβολές του κράτους και του κεφαλαίου. Όπως φάνηκε στην εξέγερση της Αμυγδαλέζας, έστω και για πεπερασμένο χρόνο, οι διαφορετικές καταβολές, θρησκευτικές πεποιθήσεις, ηλικίες, οι δυσκολίες στην συνεννόηση λόγω γλώσσας, η διαφορετικότητα του καθενός και της καθεμίας, δεν πρέπει να αποτελούν αποτρεπτικά στοιχεία για τη διεξαγωγή αγώνων, για τη δημιουργία κοινοτήτων. Κι αυτό γιατί εκείνο το στοιχείο που στοχεύουμε να ενώνει τους ανθρώπους είναι η συνειδητοποίηση πως μόνο όλοι μαζί μπορούμε να βγούμε από την σκληρή πραγματικότητα που έχει επιβληθεί. Η εξέγερση των κολασμένων της Αμυγδαλέζας, οι εξεγέρσεις που προηγήθηκαν αλλά και όσες ακολουθήσουν, καταδεικνύουν το σθένος και την αποφασιστικότητα των ανθρώπων να παλέψουν για μια καλύτερη και πιο αξιοπρεπή ζωή, ενάντια στις εξουσιαστικές δομές του κράτους, ενάντια στην εξαθλίωση και την ανέχεια. Για τους από κάτω αυτού του κόσμου, ντόπιους και ξένους, ο εχθρός είναι κοινός και ο βασικός τρόπος για να τον αντιπαλέψουμε είναι η αλληλεγγύη, η αλληλοϋποστήριξη, ο αλληλοσεβασμός.

Στεκόμαστε αλληλέγγυοι-ες στους εξεγερμένους μετανάστες της Αμυγδαλέζας, στο πλευρό του καθενός και της καθεμίας που αντιστέκεται στη λεηλασία της ζωής του, που επιζητά την ισότητα και την ελευθερία, που παλεύει με όσα μέσα διαθέτει για την καταστροφή καταπιεστικών συνθηκών και σχέσεων. Μ’ αυτούς που η προοπτική μιας καλύτερης ζωής, χωρίς διακρίσεις και ανισότητες, αποτελεί το θεμέλιο λίθο για την αντιστασιακή και εξεγερσιακή τους στάση. Με προοπτική την διασύνδεση των αγώνων μας ενάντια στην καπιταλιστική βαρβαρότητα.

 

ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΚΟΣΜΟ ΧΩΡΙΣ ΧΑΡΤΙΑ, ΣΥΝΟΡΑ, ΚΡΑΤΗ, ΕΘΝΗ ΚΑΙ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ